Εκείνο το βράδυ, ο Αουρελιάνο έχασε την κρυφή υπομονή που είχε περιμένοντας την ευκαιρία να τη δει. Άρχισε να παραμελεί τη δουλειά του. Τη φώναξε πολλές φορές μ' απελπισμένες προσπάθειες αυτοσυγκέντρωσης, αλλά η Ρεμέδιος δεν απάντησε. Έψαξε να τη βρει στο ραφτάδικο των αδελφών της, πίσω απ' τα παντζούρια του σπιτιού της, στο γραφείο του πατέρα της, αλλά τη συνάντησε μονάχα στην εικόνα που πλημμύριζε την ίδια την τρομερή του μοναξιά. Περνούσε ώρες ατελείωτες στο σαλόνι με τη Ρεβέκκα ακούγοντας τα βαλς της πιανόλας. Εκείνη την άκουγε γιατί ήταν η μουσική που της είχε μάθει να χορεύει ο Πέτρο Κρέσπι. Ό Αουρελιάνο την άκουγε γιατί απλώς το καθετί, ακόμα και η μουσική, του θύμιζε τη Ρεμέδιος.
Το σπίτι γέμισε έρωτα. Ο Αουρελιάνο έγραφε ερωτικά ποιήματα χωρίς αρχή και τέλος. Τα 'γραφε στις ξερές περγαμηνές που του χάριζε ο Μελκίαδες, στους τοίχους του μπάνιου, στα μπράτσα του, και παντού εμφανιζόταν η Ρεμέδιος μεταμορφωμένη, η Ρεμέδιος στην αποχαυνωτική ατμόσφαιρα του μεσημεριού, η Ρεμέδιος στη σιωπηλή ανάσα των ρόδων, η Ρεμέδιος στη μυστική κλεψύδρα των σκόρων, η Ρεμέδιος στον αχνό του ψωμιού το ξημέρωμα,
η Ρεμέδιος παντού κι η Ρεμέδιος για πάντα.
Εκατό Χρόνια Μοναξιά, Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες (μτφ. Κλαίτη Σωτηριάδου Μπαράχας)
YΓ1. Η σειρά με έκανε να το ξαναπώ. Νομίζω πια θα το θυμάμαι για πάντα.
ΥΓ3. Είμαστε οι αγαπημένες μας ιστορίες, άλλωστε. Και η σειρά είναι υπέροχη, μακάρι να μπορούσε ο Γκάμπο να τη δει.