Ποτέ δεν κατάλαβα τι σε άλλαξε. Σαν να μασκαρέψανε τα ονειρά σου σε κουρέλια χλωμά. Και κρύα.
Και κάθομαι δίπλα σου και συλλογίζομαι. Και άμα σου μοιάσω και εγώ; Είναι που έχω αρχίσει να σε φοβάμαι. Με την αφοσίωσή σου και με τα πρέπει σου. Με τα μάλιστα και τα εντάξει. Και χωρίς χώρο για τις επιθυμίες σου. Αυτό, να δεις, με φοβίζει περισσότερο.
Και άντε μετά να φτάσεις εβδομήντα-επτά. Και αν τα φτάσεις και οι κυριότερες προσφωνήσεις που ακούς να είναι "avant-garde συνθέτης" και "ποιητής"; Εγώ αμφιβάλλω αν θα τα φτάσω ποτέ γενικώς, ακούγεται βαρύ και ασήκωτο το εβδομήντα επτά. Ποσό μάλλον δε με τέτοιες μεγαλοπρεπέστατες προσφωνήσεις.
Γιατί πες εγώ καταλαβαίνω τη δόξα μέσα στο εγχείρημα. Εσύ; Που έχεις πέσει με τα μούτρα στα "μάλιστα". Που πολεμάς τίμια και σε θαυμάζω, βέβαια.
Μα η δουλικότητά σου είναι αβάσταχτη.
Ο Συνταγματάρχης Αουρελιάνο Μπουενδία πολέμησε 32 πολέμους για τις πεποιθήσεις του και επέστρεψε σπίτι του μέ μια ενδυμασία και ένα μπαούλο με ποιήματα. Αυτά κράτησε για τη δύση της ζωής του και συνέχισε να φτιάχνει με τον εγγονό του χρυσά ψαράκια του, όπως αρμόζει στους Αουρελιάνο (παππού και εγγονό).
Εσύ θα έκανες το μπαούλο και τα ποιήματα προσάναμμα στην πρώτη ευκαιρία. Βλέπεις; Αυτή είναι τελικά η διαφορά μας.
Και σε θαυμάζω σε θαυμάζω και τα ονειρά σου μου φαίνονται σημαντικά και έυχομαι να τα πραγματοποιήσεις.
Μα νωθρά.
Αδύναμα.
Που στη πρώτη μπόρα θα τα σκορπίσει ο άνεμος.
Και ύστερα θα μείνουν μόνο οι αναμνήσεις. Και μετά θα ζητάς παρέα, θα ζητάς να σου γράφουν γράμματα για να κρατάς επαφές, να συντηρείς με λύσσα τις φιλίες σου, τους έρωτές σου.
Ο δον Αουρελιάνο δεν θα το έκανε αυτό.
Είναι που δεν έχει κάποιον να του γράψει.
Και τελικά, τα χρυσά ψαράκια είναι τόσο ωραία παρέα.